Η ανάγκη του να ικανοποιούμε και να είμαστε αποδεκτοί από τους γονείς μας, εκδηλώνεται από τα πρώτα χρόνια της ζωής
μας εφόσον αποτελεί μια εξελικτική ανάγκη. Οι εξετάσεις αποτελούν για ένα παιδί μια ευκαιρία να αποδείξει στους γύρω
του
ή στον εαυτό του την ικανότητά του και την αξία του. Αυτό το μοτίβο συμπεριφοράς επαναλαμβάνεται και στην ενήλικη
ζωή
κάθε φορά που το άτομο βιώνει μια εμπειρία εξετάσεων ή έκθεσης.
Η αγωνία του ατόμου μήπως αποτύχει, προβάλλει ουσιαστικά την αγωνία μήπως απογοητεύσει τους σημαντικούς ανθρώπους
της ζωής του. Η ενδεχόμενη αποτυχία δεν αντανακλά απλά μια μάχη που χάθηκε, η οποία μετά την αυτοκριτική θα
ενδυναμώσει τη νέα προσπάθεια, αλλά αντίθετα, θα έρθει να επιβεβαιώσει μια δυσλειτουργική πεποίθηση του που
σχετίζεται με χαμηλή αξία και ανεπάρκεια. Επιπλέον, εκτός της εσωτερικής προσδοκίας, υπάρχει και η κοινωνική
προέκταση που έχει αποδώσει λανθασμένα τον κανόνα ότι οι προσδοκίες των μαθητών για τη ζωή και την επαγγελματική
τους σταδιοδρομία κρίνονται από μία και μοναδική δοκιμασία που λέγεται «πανελλήνιες εξετάσεις».
Αυτόματες ασυνείδητες σκέψεις έρχονται στο μυαλό όπως: “πρέπει να γράψω καλά”, “αν δεν περάσω θα
απογοητεύσω ή θα στεναχωρήσω τους γονείς μου”, “από παντού δέχομαι πιέσεις”, “τι θα πω στο
φροντιστήριο;”, κ.α.
Το αποτέλεσμα είναι έντονο αίσθημα άγχους να κατακλύσει το άτομο. Η ανάγκη μείωσης
του δυσάρεστου συναισθήματος και διατήρησης της εικόνας εαυτού, οδηγεί πολλές φορές κάποιους μαθητές
στην άρνηση συμμετοχής σε εξετάσεις, ως μηχανισμό προστασίας του εαυτού.
Όπως και σε άλλες μορφές στρες, τα συμπτώματα εκδηλώνονται σε τρία επίπεδα:
Σε σωματικό επίπεδο με ταχυκαρδία, έντονο αίσθημα κόπωσης, μυϊκούς πόνους, αίσθημα πλακώματος στο
στήθος ή δύσπνοια, δυσπεψία, αϋπνία κ.α.
Σε ψυχολογικό επίπεδο με αίσθημα ανικανότητας, χαμηλή επιμονή στις δυσκολίες, διαρκές και δυσάρεστο
αίσθημα αποτυχίας, δυσκολία στη συγκέντρωση, αναμασά συνέχεια μια υποθετική αρνητική έκβαση των
εξετάσεων, σύγχυση, εκρήξεις θυμού, κ.α.
Σε συμπεριφοριστικό επίπεδο με παθητικότητα, παραίτηση, επιθετικότητα, απόσυρση από δραστηριότητες,
διαταραχές πρόσληψης τροφής (υπερφαγία ή αφαγία), κατανάλωση αλκοόλ ή άλλων ουσιών, κ.α.
Ο ειδικός θα βοηθήσει το παιδί σε τρεις άξονες των εξετάσεων:
Κατά την προετοιμασία για την εξεταστική δοκιμασία θα βοηθήσει το άτομο αρχικά να συνειδητοποιήσει γιατί
συμμετέχει στις εξετάσεις (να επιβεβαιώσει την αξία του ή να βελτιωθεί ακαδημαϊκά), ποιοι είναι οι στόχοι
του και κατά πόσο η απόδοσή του είναι ικανή να επηρεάσει την εικόνα που έχει για τον εαυτό του. Κατά την
εξεταστική δοκιμασία θα βοηθήσει το άτομο να βρίσκεται σε καλή συναισθηματική κατάσταση και θα το
εκπαιδεύσει σε τεχνικές διαχείρισης του στρες πριν την διαδικασία της εξέτασης ή και κατά τη διάρκεια αυτής.
Μετά την εξεταστική δοκιμασία ο ειδικός θα βοηθήσει το άτομο να διαχειριστεί τυχόν αυτόματες σκέψεις εάν δεν
έγραψε καλά, τι θα σκεφτούν οι γονείς για την απόδοσή του, πως θα τον κρίνουν οι καθηγητές στο φροντιστήριο,
τη σύγκριση με τους συμμαθητές του και φυσικά ότι δεν είναι η μοναδική ευκαιρία που κρίνεται η επιτυχία και
η ευτυχία μιας ολόκληρης ζωής. Με ρεαλιστική αυτοκριτική, το άτομο θα αναγνωρίσει τις αδυναμίες και τα λάθη
του και εάν επιθυμεί ξανά για εσωτερικούς λόγους να προσπαθήσει, αυτό θα πραγματοποιηθεί με ευνοϊκότερες
συνθήκες.